30.6.12

το ντέρμπι
μεσάνυχτα
δύο γυναίκες
μια μεγάλη αυλή
ένας ποδοσφαιρικός αγώνας
μπύρα
σουβλάκι με τζατζίκι
πολλά φάουλ
ένας πλανώδιος με κρέμα
μια ελληνική ταινία


27.6.12

στο
γραφείο 
σήμερα
παίζει
disco
μπουνιές
κλωτσιές
και
πάλι
disco.
παίζει
disco
μπάλα.
α!
και
παίζει
ν'
αργήσω.



25.6.12






















Την περίμενε 28 μέρες να βγει στο μπαλκόνι.
Περίμενε να τη χαζέψει,
να πλημμυρίσει από το δικό της το φως.
Κι όταν βγήκε στο μπαλκόνι,
η Πανσέληνος, το φεγγάρι το ίδιο,
πήρε μια βαθιά ανάσα και
έκλεισε τα μάτια να ξεδιψάσει τη στιγμή.
Άξιζε το περίμενε, σκέφτηκε.

"να ακολουθείς το ποτάμι"

21.6.12



Καλοκαίρι

και η ρόδα γυρνούσε


Φθινόπωρο

και η ρόδα γυρνούσε. Όλο γυρνούσε.


Χειμώνας

και η ρόδα γυρνούσε, όλο γυρνούσε.


Άνοιξη

αυτή κι αν ήταν άνοιξη!


πολυφωνικά

19.6.12

πέρασαν σχεδόν δυο χρόνια κι εδώ κάπου ήταν η θέση της τελείας


Και μόλις όλα τελειώσουν

τι μένει να θυμάσαι
αν όχι τους ανθρώπους;

αυτοί γεμίζουν τα κουτάκια της μνήμης.




Δύο χρόνια μετά
οι άνθρωποι τελείωσαν.
Σχεδόν.



Και τι έμεινε;




































































Ασπιρίνες, χαρτομάντηλα, ένα κραγιόν και 4G μνήμη.
Πλήρως μετρήσιμη.
 




































ευχαριστώ
κι οι νόμοι,
ψηφίστηκαν!
ευχαριστώ

18.6.12

διπλωματούχος ναυαγός



Με την πατρίδα τους δεμένη στα πανιά και τα κουπιά στον
άνεμο κρεμασμένα
Οι ναυαγοί κοιμήθηκαν ήμεροι σαν αγρίμια νεκρά μέσα στων
σφουγγαριών τα σεντόνια
Αμοργός, Ν. Γκάτσος


















φέτος ήρθε η θάλασσα εκεί που ήμουν
χτες μάζεψα σε ένα κουβαδάκι την άμμο τη χρυσή
και όλα μαζί τα κρέμασα στον τοίχο μου
διπλωματούχος
ναυαγός

7.6.12

































Στον απέναντι καναπέ καθόταν.
Έδειχνε όμορφα άνετη.
Δεν ήταν μόνο ο καναπές άνετος.
fail
fail again
fail better μου είπε,
και μου έδωσε ένα χάδι στα μαλλιά.
Είναι αυτή η απόλαυση
που σε λίγο θα γίνει ηδονή του ειδέναι...

4.6.12



αν μου έδινες το χέρι σου
αν το κρατούσα στο δικό μου σφιχτά
μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα μικρό αγόρι.
μια μέρα, το αγόρι καθώς περπατούσε, μεγάλωσε.
μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα μικρό αγόρι.
μια μέρα, το αγόρι καθώς περπατούσε, μεγάλωσε.
μια φορά κι έναν καιρό,
έναν καλό καιρό,
τα δυο αγόρια έβαλαν ένα στοίχημα.
να πουν την πιο ωραία ιστορία.
μια ιστορία γεμάτη γέλια, γεμάτη δάκρυα, γεμάτη ταξίδια,
χαρές, στενοχώριες και χωρισμούς. Γεμάτη λύπες και αποχωρισμούς.
Γεμάτη ευτυχία και φιλιά. Αγκαλιές και ζεστασιά.
Αναρωτήθηκαν πώς θα ήταν αν όταν ξύπναγες ήσουν ευτυχισμένος.
Αν όταν βούρτσιζες τα δόντια, ήσουν ευτυχισμένος. Αν όταν έτρεχες να προλάβεις, ήσουν ευτυχισμένος. Αν πάνω στο ποδήλατο ήσουν ευτυχισμένος. Αν όταν έτρωγες μπροστά στον υπολογιστή, μόνος, ήσουν ευτυχισμένος. Αν όταν σε χώριζε ήσουν ευτυχισμένος. Αν όταν κολυμπούσες ήσουν ευτυχισμένος. Αν όταν ξάπλωνες στα καθαρά σεντόνια ήσουν ευτυχισμένος. Αν όταν δε χτυπούσε το τηλέφωνο ήσουν ευτυχισμένος. Αν όταν έβλεπες το πλοίο να φεύγει ήσουν ευτυχισμένος. Και το τραίνο να φεύγει. Και η αγάπη. Και η φιλία. Και η ζωή. Η ζωή να φεύγει. Κι εσύ να ήσουν ευτυχισμένος. Πώς θα ήταν, αναρωτήθηκαν.
Θα ήταν η πιο μελαγχολική ευτυχία. Αλλά αυτό δεν υπάρχει, είπαν. Και μετά, αφού λόγια δεν έβρισκαν, κάθισαν και έγραψαν τους ήχους.

Μα τι μουσικάντηδες;!
your hand in mine, live @6d.o.g.s, 3/5/12

1.6.12


































Ό,τι 
από σένα τώρα έχει μείνει σε μια φωτογραφία της στιγμής είναι αυτό που δεν τολμούν τα χείλη σ' εκείνο το τοπίο της βροχής. Όλα μου λεν πως έχεις κιόλας φύγει κι ας λάμπει η ξενοιασιά της εκδρομής. Εσύ όπου να πας, σ' όποιο ταξίδι, σε λάθος στάση θα κατεβείς. 
Χρόνια μετά και κάτω απ' τη μαρκίζα σε βρήκα που 'ρθες για να μη βραχείς, 
ίδια η βροχή τα μάτια σου τα γκρίζα μα τίποτα, όπως πάντα, δε θα πεις. Μονάχα εγώ ρωτώ χωρίς ελπίδα πού μένεις, πού κοιμάσαι και πώς ζεις, κι εσύ που ξέρεις όσα η καταιγίδα 
δεν έχεις κάτι για να μου πεις.
Μάνος Ελευθερίου