Είχα στο ένα χέρι ένα κουβάρι μαλλί, βαρύ σα βόμβα.
Μου 'πεσε, χωρίς να το καταλάβω. Κι άρχισε να κυλάει. Μπροστά στα μάτια μου κυλούσε στα σκαλιά, γλυστρούσε στο δρόμο, σε κεκλιμένα επίπεδα και σε περιέργα σοκάκια. Κυλούσε γρήγορα, σχεδόν αγχωμένο να περάσει από κάθε όμορφο σημείο της πόλης σου. Ξετυλιγόταν συνέχεια σε κάθε στροφή. Κυλούσε....κυλούσε και δεν τελείωνε...μπροστά στα μάτια μου. Κυλούσε συνέχεια μα δε γινόταν στάλα λιγότερο. Έδειχνε να μη τελειώνει. Μάτια μου, σταμάτησε όταν έφτασε στην πόρτα σου.
Πρωί πρωί μας εμφανίστηκες σφυρίζοντας. Μάγκας. Μάγκα σε φωνάζαμε στην παρέα. Πάντα μέσα, πάντα παντού, πάντα εκεί. Κι εκεί που όλοι σε ακολουθούσαμε...έτσι...μάγκικα...άρχισες να σφυρίζεις πάλι. Μάγκικα.
Πρωί, σφυρίζοντας, εξαφανίστηκες πάλι. Λέγαμε έψαχνες νέους ήχους. Λέγαμε πως ίσως φταίγαμε εμείς, που δεν ακούγαμε καλά το σφύριγμα. Λέγαμε πολλά...
Σήμερα, έμαθα πως αυτό το σφύριγμα δεν ήτανε ποτέ δικό μας και πως ένα τραγούδι πάλευες να πεις. Σήμερα έμαθα, πως έφτασες πια να το πεις ορθά, να το πεις σωστά, να το ψιθυρίσεις όμορφα. Μάγκας!
Ένα τεράστιο δάκρυ για σένα μάγκα μου. Σαν τη μία τη χάντρα από το δικό σου, το αθόρυβο μπεγλέρι. Εκείνο που τρίβεις στη τσέπη σου τη μικρή. Που τρίβεις με μανία να ζεσταθείς. Εκείνο που τρίβεις στη τσέπη σου τη μικρή, προτού σφυρίξεις...
.και σ' έναν τέτοιον μάγκα, του πρέπουν δύο ψίθυροι,
έκαστος, στο είδος του.
"...και με τους φίλους τους παλιούς τριγυρνάμε στα σκοτάδια κι όμως εσύ δε μας ακούς Δε μας ακούς που τραγουδάμε με φωνές ηλεκτρικές..."
Διονύσιος Σαββόπουλος
"...Blue jeans, White shirt
Walked into the room you know you made my eyes burn
It was like James Dean, for sure
You so fresh to death & sick as cancer
You were sorta punk rock, I grew up on hip hop
But you fit me better than my favourite sweater, and I know
That love is mean, and love hurts
But I still remember that day we met in December, oh baby!
να μου πεις τα κάλαντα, μου τα 'πανε, σε πρόλαβαν. Χίλιες φορές σε πρόλαβαν. τα μέτρησα, χίλιες φορές, ίδια κάθε φορά, κάθε φορά αλλιώς. Μην έρθεις να μου πεις τα ίδια. Βρες κάτι άλλο, πες τα μου αλλιώς, μαγειρεψέ τα, χρωμάτισέ τα, ζωντάνεψέ τα. Ζωντάνεψέ τα σε ένα χαρτί, στον τοίχο μου. Τύλιξέ τα κάτω απ' το δέντρο, πέτα τα ψηλά στον αέρα, βάλε τους φωτιά και γέλα!
Κυρά έχεις όμορφο μικρό στο μόσχο αναθρεμμένο. Το λούζουν, το στολίζουνε στο δάσκαλο το στέλνεις. Το καρτεράει ο δάσκαλος με μια χρυσή βεργούλα, το καρτεράει η δασκάλισσα με δυο κλωνάρια μόσχο. Παιδί μου πού ειν' τα γράμματα, παιδί μου πού ειν' ο νους σου; Τα γράμματά μου στο χαρτί κι νους μου πέρα δέρνει, πέρα στις νιες τις όμορφες, πέρα στις μαυρομάτες που 'χουν τα μάτια σαν ελιά, τα φρύδια σαν γαϊτάνι
30 χρόνια όλο μου λες θα έρθεις. Η δικαιολογία με το τζάκι είναι φτηνή καλέ μου.
Δεν σε πιστεύω πια. Βάζω το κρασί μου το λευκό στο ποτήρι, έτσι που ο αφρός του να μοιάζει με τον δικό σου. Το πίνω και μάντεψε ποιον περιμένω (και) φέτος...
Θα 'ναι γιορτή, μου λες. Σαν τα Χριστούγεννα; Ακόμα πιο γιορτινά, μου λες. Θα γελάμε στην Αφρική και θα κολυμπάμε γυμνοί στην Αυστραλία, μου λες. Θα 'ναι απο αυτές τις γιορτές που είναι ολόδικές μας. Που δεν τις έχει πετάξει κανείς σε κάποιο ημερολόγιο... Δική μας γιορτή... Δική μας γιορτή, γιορτή μας, είπες κι έγειρες στις ρίζες μου.
"...λένε ακόμα οτι από τότε, κάθε παραμονή Χριστουγέννων, γύρω στα μεσάνυχτα, κάτι παράξενο συμβαίνει, κάτι που κανείς δεν μπορεί να εξηγήσει: ένα σμάρι πυγολαμπίδες τριγυρνούν επίμονα, τρεμοσβήνοντας, σε 'κείνο το σημείο, λες και κάτι αναζητούν, λες και γυρεύουνε να θυμηθούνε κάτι. Ότι ένας άνεμος αναπάντεχος φέρνει, ποιος ξέρει από πού, ανάλαφρες σαπουνόφουσκες και χρυσόχαρτα αστραφτερά...
Βλέπω ένα δεινόσαυρο! Πάνω στο σύννεφο, δίπλα στα μάτια σου. Εσύ είσαι ο ήλιος; Τι θες; Μήπως θέλεις εμένα; Εμένα; με θες; Μπορείς χωρίς εμένα να είσαι τόσο ζεστός; Αλήθεια, μπορείς; Κι αν δεν είσαι ο ήλιος πώς είσαι τόσο όμορφος σαν τις μέρες που αυτός καίει;
Βλέπω και δυο ανθρωπάκια όμως... Που αυτά, μόλις κλείσουν τα μάτια τους ονειρεύονται πως είναι πάνω σ' ένα σύννεφο. Και πως μαζί πάνε στη συνέλευση που κάνουν τα σύννεφα. Γιατί έτσι κάνουν τα σύννεφα. Πάντα. Έχεις δει εσύ ποτέ ένα σύννεφο μόνο του...;! Κι αν έχεις δει, θα 'ναι γιατί έφυγε! Τι γιατί έφυγε;
Προφανώς, παρεξήγηση!
Στείλε μου μιαν εξήγηση να φύγει η παρεξήγηση γιατί η καρδιά μου λύγισε κοντεύει να χαθεί Μάνος Χατζιδάκις
Είναι που αποφάσισες άλλο δάκρυ και μελάνι καθόλου μη ξοδέψεις. Δεν το φανταζόζουν πόση αλήθεια χωράει μέσα στον καφέ και δε πνίγεται. Βγαίνει στην επιφάνεια και περιμένει. Έτσι τον ήπιες γρήγορα. Φόρεσες τα κόκκινα χείλη και περίμενες για λίγο στις σκάλες. Αυτή τη φορά τις κατέβηκες όπως ο καφές κύλαγε πια στις φλέβες σου. Αλήθεια. Ήσουν όμορφη. Έλαμπες μες στην αλήθεια. Γέλαγες τόσο δυνατά. Δυνατά κατέβηκες τη σκάλα. Όταν βρέχει, εγώ θα βρέχομαι, είπες. Γέλασες άλλη μια, άνοιξες την ομπρέλα κι έφυγες...
Σήμερα σε είδα. Εκεί, να περιμένεις να περάσεις το δρόμο. Το βρήκες τον δρόμο σου; Όμορφη, καλοντυμένη όπως πάντα. Σπάνιο πλάσμα. Κοίταζες παντού κι όμως δε με είδες. Φρόντισα γι' αυτό, μη νομίζεις. Τρόμαξα που δεν έκανα καμία κίνηση, ούτε ένα μορφασμό ξαφνιάσματος. Δεν κινήθηκα. Αλλά θυμήθηκα. Που ξεστολίζαμε το χριστουγεννιάτικο δέντρο το Μάρτη. Που μου σκούπισες τα δάκρυα. Που πίναμε λευκό κρασί πάντα. Που το δάχτυλό σου κουβαλούσε ένα κομμάτι Lego, απο αυτά που παίζουν τα παιδιά. Εσύ ομως δεν ήσουν παιδί. Γεννήθηκες μεγάλη,γιατί πάντα ήξερες, δεν εξηγείται αλλιώς. Θυμήθηκα που δεν ήθελες να μιλήσουμε μετά το κυνόδοντα. Που είσαι η μισή έξω. Ήσουν τόσο βιαστική και τόσο όμορφη... Δεν σταμάτησα. Δε μπορούσα. Δεν είχα χερί να σε αγκαλιάσει και στόμα να χαμογελάσει. Ή να πει κάτι. Δεν τα φέρνει έτσι η ζωή, όχι. Θυμήθηκα την αγάπη που ζούσαμε και θυμήθηκα τα μπέργκερ που αφήναμε μισά. Τα πάνω-κάτω σκαλιά. Τη πίστη μου σε σένα. Το άδειασμα σε μένα. Αυτά που μ' άφησες μισά. Αν είχα τα χέρια ανοιχτά σήμερα, θα σου έστελνα λουλούδια. Μια αγκαλιά για σένα, όμορφη.
Before I let you down again I just want to see you in your eyes I would have taken everything out on you I only thought you could understand They say everyman goes blind in his heart And they say everybody steals somebody's heart away And i got nothing more to say about it Nothing more than you would me Send me your flowers, of your December Send me your dreams, of your candy wine I got just one thing I can't give you Just one more thing of mine
Ι see my pretty face in his old eyes I listen to our blood run side by side I throw my hands to you and run away It´s so cold so dangerous that I can't stay I run away from you Into your dream and who the one That I was in when you took me That I could never need my friends again
Μη με πάρεις, θα λείπω.
Θα είμαι έξω
στη βροχή, στη γιορτή, στη δουλειά, στο αυτοκίνητο,