αν μου έδινες το χέρι σου
αν το κρατούσα στο δικό μου σφιχτά
μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα μικρό αγόρι.
μια μέρα, το αγόρι καθώς περπατούσε, μεγάλωσε.
μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα μικρό αγόρι.
μια μέρα, το αγόρι καθώς περπατούσε, μεγάλωσε.
μια φορά κι έναν καιρό,
έναν καλό καιρό,
τα δυο αγόρια έβαλαν ένα στοίχημα.
να πουν την πιο ωραία ιστορία.
μια ιστορία γεμάτη γέλια, γεμάτη δάκρυα, γεμάτη ταξίδια,
χαρές, στενοχώριες και χωρισμούς. Γεμάτη λύπες και αποχωρισμούς.
Γεμάτη ευτυχία και φιλιά. Αγκαλιές και ζεστασιά.
Αναρωτήθηκαν πώς θα ήταν αν όταν ξύπναγες ήσουν ευτυχισμένος.
Αν όταν βούρτσιζες τα δόντια, ήσουν ευτυχισμένος. Αν όταν έτρεχες να προλάβεις, ήσουν ευτυχισμένος. Αν πάνω στο ποδήλατο ήσουν ευτυχισμένος. Αν όταν έτρωγες μπροστά στον υπολογιστή, μόνος, ήσουν ευτυχισμένος. Αν όταν σε χώριζε ήσουν ευτυχισμένος. Αν όταν κολυμπούσες ήσουν ευτυχισμένος. Αν όταν ξάπλωνες στα καθαρά σεντόνια ήσουν ευτυχισμένος. Αν όταν δε χτυπούσε το τηλέφωνο ήσουν ευτυχισμένος. Αν όταν έβλεπες το πλοίο να φεύγει ήσουν ευτυχισμένος. Και το τραίνο να φεύγει. Και η αγάπη. Και η φιλία. Και η ζωή. Η ζωή να φεύγει. Κι εσύ να ήσουν ευτυχισμένος. Πώς θα ήταν, αναρωτήθηκαν.
Θα ήταν η πιο μελαγχολική ευτυχία. Αλλά αυτό δεν υπάρχει, είπαν. Και μετά, αφού λόγια δεν έβρισκαν, κάθισαν και έγραψαν τους ήχους.
Μα τι
μουσικάντηδες;!
your hand in mine, live @6d.o.g.s, 3/5/12